Ξηρασία στα πολωνικά

Μετάφραση: ξηρασία, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
posucha, susz, susza, susze, suszę
Ξηρασία στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξηρασία

ξηρασία κόλπου, ξηρασία θεραπεία, ξηρασία στον κόλπο, πνευματική ξηρασία, ξηρασία ορισμός, ξηρασία λεξικό γλώσσας πολωνικά, ξηρασία στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ξεχωριστός στα πολωνικά - samodzielny, rozdzielać, oddzielny, odseparować, znamienny, odrębny, rozdzielić, ...
  • ξεχύνομαι στα πολωνικά - burzyć, podnosić, kotłować, przepięcie, falowanie, przypływ, udar, ...
  • ξηρός στα πολωνικά - osuszyć, nasuszyć, bezdeszczowy, żywy, wytrawny, ususzyć, drętwy, ...
  • ξηρότητα στα πολωνικά - suchość, jałowość, suchości, sucha, wysuszenie, suchość w
Τυχαίες λέξεις
Ξηρασία στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: posucha, susz, susza, susze, suszę