Ξηρασία στα τούρκικα
Μετάφραση: ξηρασία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
susuzluk, kuraklık, kuraklığa, kuraklığın, kurak, kuraklıktan
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξηρασία
ξηρασία κόλπου, ξηρασία θεραπεία, ξηρασία στον κόλπο, πνευματική ξηρασία, ξηρασία ορισμός, ξηρασία λεξικό γλώσσας τούρκικα, ξηρασία στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ξεχωριστός στα τούρκικα - ayrılmak, ayrı, ayırmak, ayrı bir, farklı, ayrı ayrı
- ξεχύνομαι στα τούρκικα - dalgalanma, aşırı gerilim, gerilim, dengeleme, kabarıklık
- ξηρός στα τούρκικα - kurumak, kurak, kuru, kuru bir, ziyafet
- ξηρότητα στα τούρκικα - kuruluk, kuruluğu, kuruluğun, kuruması
Τυχαίες λέξεις
Ξηρασία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: susuzluk, kuraklık, kuraklığa, kuraklığın, kurak, kuraklıktan
Μεταφράσεις: susuzluk, kuraklık, kuraklığa, kuraklığın, kurak, kuraklıktan