Υφιστάμενος στα ρουμανικά
Μετάφραση: υφιστάμενος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
curent, actual, actuală, curentă, curente
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υφιστάμενος
υφιστάμενος συνωνυμο, υφιστάμενος μετάφραση, υφιστάμενος συνώνυμο, υφιστάμενος σημασια, υφιστάμενος in english, υφιστάμενος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, υφιστάμενος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- υφαντής στα ρουμανικά - ţesător, țesător, Weaver, țesătoare, tesator, Weaver a
- υφηγητής στα ρουμανικά - lector, conferențiar, profesor, lector universitar, conferentiar
- υψόμετρο στα ρουμανικά - altitudine, altitudinea, altitudine de, o altitudine, o altitudine de
- υψώνω στα ρουμανικά - lift, ridica, ridice, crește, ridică, a ridica
Τυχαίες λέξεις
Υφιστάμενος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: curent, actual, actuală, curentă, curente
Μεταφράσεις: curent, actual, actuală, curentă, curente