Υφιστάμενος στα λιθουανικά

Μετάφραση: υφιστάμενος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
dabartinis, dabartinė, dabartinės, srovė, srovės
Υφιστάμενος στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υφιστάμενος

υφιστάμενος συνωνυμο, υφιστάμενος μετάφραση, υφιστάμενος συνώνυμο, υφιστάμενος σημασια, υφιστάμενος in english, υφιστάμενος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, υφιστάμενος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • υφαντής στα λιθουανικά - audėjas, Weaver, audėja, audėjos, audėjo
  • υφηγητής στα λιθουανικά - docentas, lektorius, dėstytojas, lektorė, dėstytoja, dėstytojo
  • υψόμετρο στα λιθουανικά - aukštis, aukščio, aukštį, aukštyje, aukštis virš jūros lygio
  • υψώνω στα λιθουανικά - liftas, sklaidytis, kelti, pakelti, padidinti, didinti, iškelti
Τυχαίες λέξεις
Υφιστάμενος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: dabartinis, dabartinė, dabartinės, srovė, srovės