Αναπαράγω στα αλβανικά
Μετάφραση: αναπαράγω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rrit, riprodhoj, riprodhuar, riprodhoni, të riprodhuar, të riprodhoni
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναπαράγω
αναπαράγω κλίση, αναπαράγω συνώνυμο, αναπαράγω ή αναπαραγάγω, αναπαράγω συνώνυμα, αναπαράγω αόριστος, αναπαράγω λεξικό γλώσσας αλβανικά, αναπαράγω στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- αναπαλαίωση στα αλβανικά - restaurim, restaurimin, restaurimi, restaurimit, rivendosja
- αναπαράγομαι στα αλβανικά - Plays, luan, lojë, lojë e, Shfaqjet
- αναπαραγωγή στα αλβανικά - arsim, riprodhim, riprodhimi, riprodhimin, riprodhimit, riprodhimi i
- αναπαριστώ στα αλβανικά - reenact
Τυχαίες λέξεις
Αναπαράγω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: rrit, riprodhoj, riprodhuar, riprodhoni, të riprodhuar, të riprodhoni
Μεταφράσεις: rrit, riprodhoj, riprodhuar, riprodhoni, të riprodhuar, të riprodhoni