Αναπαράγω στα ουγγρικά

Μετάφραση: αναπαράγω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
költés, reprodukálni, reprodukálja, szaporodnak, reprodukálására, reprodukálása
Αναπαράγω στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναπαράγω

αναπαράγω κλίση, αναπαράγω συνώνυμο, αναπαράγω ή αναπαραγάγω, αναπαράγω συνώνυμα, αναπαράγω αόριστος, αναπαράγω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αναπαράγω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • αναπαλαίωση στα ουγγρικά - restaurálás, újjáépítés, helyreállítása, helyreállítás, helyreállítását, visszaállítását
  • αναπαράγομαι στα ουγγρικά - Plays, játszik, Hallgatták, Drámák
  • αναπαραγωγή στα ουγγρικά - tenyésztés, reprodukció, reprodukciós, reprodukciót, szaporodás, szaporodásra
  • αναπαριστώ στα ουγγρικά - reenact, újból rendelkezni
Τυχαίες λέξεις
Αναπαράγω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: költés, reprodukálni, reprodukálja, szaporodnak, reprodukálására, reprodukálása