Αναπαράγω στα ρουμανικά

Μετάφραση: αναπαράγω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
rasă, reproduce, reproducă, reproduc, a reproduce, reproduca
Αναπαράγω στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναπαράγω

αναπαράγω κλίση, αναπαράγω συνώνυμο, αναπαράγω ή αναπαραγάγω, αναπαράγω συνώνυμα, αναπαράγω αόριστος, αναπαράγω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, αναπαράγω στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • αναπαλαίωση στα ρουμανικά - restaurare, restaurarea, de restaurare, refacerea, restabilire
  • αναπαράγομαι στα ρουμανικά - joacă, Redă, Descriere, piese de teatru, Plays
  • αναπαραγωγή στα ρουμανικά - reproducere, reproducerea, de reproducere, reproducerii, reproducție
  • αναπαριστώ στα ρουμανικά - reconstitui, reenact, reconstituie, redea, repune în scenă
Τυχαίες λέξεις
Αναπαράγω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: rasă, reproduce, reproducă, reproduc, a reproduce, reproduca