Εφευρετικότητα στα αλβανικά
Μετάφραση: εφευρετικότητα, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
inventiveness
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφευρετικότητα
εφευρετικότητα translate, εφευρετικότητα ορισμος, εφευρετικότητα αγγλικα, καθοδηγούμενη εφευρετικότητα, εφευρετικότητα στα αγγλικα, εφευρετικότητα λεξικό γλώσσας αλβανικά, εφευρετικότητα στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- εφευρίσκω στα αλβανικά - sajoj, zbuloj, shpik, të zbuloj, komplotoj, mësuam
- εφευρετικός στα αλβανικά - shpikës, krijues, krijuese, inventive, inventiv
- εφεύρεση στα αλβανικά - shpikje, shpikja, zbulim, shpikje e, trillim
- εφηβεία στα αλβανικά - pubertet, pubertetit, puberteti, pubertetit të, pubertetin
Τυχαίες λέξεις
Εφευρετικότητα στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: inventiveness
Μεταφράσεις: inventiveness