Εφευρετικότητα στα εσθονικά

Μετάφραση: εφευρετικότητα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
leidlikkus, nupukus, leidlikkust, leidlikkuse, leidlikkusel, leidlikkusele
Εφευρετικότητα στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εφευρετικότητα

εφευρετικότητα translate, εφευρετικότητα ορισμος, εφευρετικότητα αγγλικα, καθοδηγούμενη εφευρετικότητα, εφευρετικότητα στα αγγλικα, εφευρετικότητα λεξικό γλώσσας εσθονικά, εφευρετικότητα στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • εφευρίσκω στα εσθονικά - leiutama, sepitsema, jssk, Edukas jssk, hakkama saama
  • εφευρετικός στα εσθονικά - leidlik, leiutatud, leiutisekohase, leiutisekohane, leiutisekohast
  • εφεύρεση στα εσθονικά - leiutis, leiutise, leiutisele, leiutises, leiutist
  • εφηβεία στα εσθονικά - noorukiiga, puberteet, puberteeti, puberteedi, puberteedieas, puberteedile
Τυχαίες λέξεις
Εφευρετικότητα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: leidlikkus, nupukus, leidlikkust, leidlikkuse, leidlikkusel, leidlikkusele