Εφευρετικότητα στα γερμανικά

Μετάφραση: εφευρετικότητα, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
findigkeit, pfiffigkeit, erfindungsgabe, genialität, Einfallsreichtum, Erfindungs, Ideenreichtum, Reichtum
Εφευρετικότητα στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εφευρετικότητα

εφευρετικότητα translate, εφευρετικότητα ορισμος, εφευρετικότητα αγγλικα, καθοδηγούμενη εφευρετικότητα, εφευρετικότητα στα αγγλικα, εφευρετικότητα λεξικό γλώσσας γερμανικά, εφευρετικότητα στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • εφευρίσκω στα γερμανικά - erfinden, bewerkstelligen, ausdenken, ersinnen, contrive, fertig bringen
  • εφευρετικός στα γερμανικά - einfallsreich, schöpferisch, originell, erfinderisch, erfindungsgemäßen, erfindungsgemäße, erfinde, ...
  • εφεύρεση στα γερμανικά - neuerung, neuheit, innovation, erfindung, Erfindung, erfindungsgemäßen, erfindungs, ...
  • εφηβεία στα γερμανικά - jugend, wachstum, jünglingsalter, pubertät, Pubertät, der Pubertät, die Pubertät, ...
Τυχαίες λέξεις
Εφευρετικότητα στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: findigkeit, pfiffigkeit, erfindungsgabe, genialität, Einfallsreichtum, Erfindungs, Ideenreichtum, Reichtum