Εφευρετικότητα στα ιταλικά

Μετάφραση: εφευρετικότητα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
inventiva, l'inventiva, creatività, inventività, dell'inventiva
Εφευρετικότητα στα ιταλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εφευρετικότητα

εφευρετικότητα translate, εφευρετικότητα ορισμος, εφευρετικότητα αγγλικα, καθοδηγούμενη εφευρετικότητα, εφευρετικότητα στα αγγλικα, εφευρετικότητα λεξικό γλώσσας ιταλικά, εφευρετικότητα στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • εφευρίσκω στα ιταλικά - inventare, escogitare, ideare, contrive, di escogitare
  • εφευρετικός στα ιταλικά - inventivo, inventiva, creativa, invenzione, creativo
  • εφεύρεση στα ιταλικά - invenzione, trovato, dell'invenzione, invenzione si
  • εφηβεία στα ιταλικά - adolescenza, pubertà, la pubertà, della pubertà, puberty
Τυχαίες λέξεις
Εφευρετικότητα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: inventiva, l'inventiva, creatività, inventività, dell'inventiva