Εφευρετικότητα στα βουλγαρικά

Μετάφραση: εφευρετικότητα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изобретателност, изобретателността, находчивост, изобретателността на
Εφευρετικότητα στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εφευρετικότητα

εφευρετικότητα translate, εφευρετικότητα ορισμος, εφευρετικότητα αγγλικα, καθοδηγούμενη εφευρετικότητα, εφευρετικότητα στα αγγλικα, εφευρετικότητα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εφευρετικότητα στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • εφευρίσκω στα βουλγαρικά - смогвам, измислям, планират, измисля, се планират
  • εφευρετικός στα βουλγαρικά - изобретателен, изобретателска, изобретения, изобретателската, изобретената
  • εφεύρεση στα βουλγαρικά - изобретение, изобретението, изобретение се, съгласно изобретението
  • εφηβεία στα βουλγαρικά - пубертет, пубертета, на пубертета, полова зрялост
Τυχαίες λέξεις
Εφευρετικότητα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: изобретателност, изобретателността, находчивост, изобретателността на