Εφευρετικότητα στα νορβηγικά
Μετάφραση: εφευρετικότητα, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
oppfinnsomhet, Westray, oppfinnsomheten, inventiveness, idérikdom
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφευρετικότητα
εφευρετικότητα translate, εφευρετικότητα ορισμος, εφευρετικότητα αγγλικα, καθοδηγούμενη εφευρετικότητα, εφευρετικότητα στα αγγλικα, εφευρετικότητα λεξικό γλώσσας νορβηγικά, εφευρετικότητα στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- εφευρίσκω στα νορβηγικά - oppfinne, pønsker, contrive, å contrive, renker
- εφευρετικός στα νορβηγικά - oppfinnsom, oppfinnsomme, oppfinneriske, oppfinnsomt, oppfinnelses
- εφεύρεση στα νορβηγικά - innovasjon, oppfinnelse, oppfinnelsen, liggende oppfinnelse, ifølge oppfinnelsen, foreliggende oppfinnelse
- εφηβεία στα νορβηγικά - pubertet, puberteten, i puberteten, pubertets
Τυχαίες λέξεις
Εφευρετικότητα στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: oppfinnsomhet, Westray, oppfinnsomheten, inventiveness, idérikdom
Μεταφράσεις: oppfinnsomhet, Westray, oppfinnsomheten, inventiveness, idérikdom