Εφευρετικότητα στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: εφευρετικότητα, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
инвентивност, инвентивноста, од инвентивноста, иновативноста, иновативност
Εφευρετικότητα στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εφευρετικότητα

εφευρετικότητα translate, εφευρετικότητα ορισμος, εφευρετικότητα αγγλικα, καθοδηγούμενη εφευρετικότητα, εφευρετικότητα στα αγγλικα, εφευρετικότητα λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, εφευρετικότητα στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • εφευρίσκω στα σλαβομακεδονικά - смогвам
  • εφευρετικός στα σλαβομακεδονικά - инвентивен, инвентивни, инвентивна, инвентивната, инвентивно
  • εφεύρεση στα σλαβομακεδονικά - изум, пронајдокот, пронајдок, пронаоѓањето, откривањето
  • εφηβεία στα σλαβομακεδονικά - пубертет, пубертетот, на пубертетот, во пубертет
Τυχαίες λέξεις
Εφευρετικότητα στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: инвентивност, инвентивноста, од инвентивноста, иновативноста, иновативност