Εφευρετικότητα στα ουγγρικά

Μετάφραση: εφευρετικότητα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
találékonyság, találékonyságát, találékonyságot, leleménnyel, találékonysággal, találékonysága
Εφευρετικότητα στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εφευρετικότητα

εφευρετικότητα translate, εφευρετικότητα ορισμος, εφευρετικότητα αγγλικα, καθοδηγούμενη εφευρετικότητα, εφευρετικότητα στα αγγλικα, εφευρετικότητα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εφευρετικότητα στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • εφευρίσκω στα ουγγρικά - feltalál, kiagyal
  • εφευρετικός στα ουγγρικά - invenciózus, leleményes, találékony, találmány szerinti, találmány
  • εφεύρεση στα ουγγρικά - találmány, találmány szerinti, szerinti, találmányt
  • εφηβεία στα ουγγρικά - kamaszkor, pubertás, serdülőkor, a pubertás, serdülés, pubertáskor
Τυχαίες λέξεις
Εφευρετικότητα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: találékonyság, találékonyságát, találékonyságot, leleménnyel, találékonysággal, találékonysága