Εφευρετικότητα στα ισπανικά
Μετάφραση: εφευρετικότητα, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
industria, ingeniosidad, inventiva, la inventiva, ingenio, creatividad, actividad inventiva
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφευρετικότητα
εφευρετικότητα translate, εφευρετικότητα ορισμος, εφευρετικότητα αγγλικα, καθοδηγούμενη εφευρετικότητα, εφευρετικότητα στα αγγλικα, εφευρετικότητα λεξικό γλώσσας ισπανικά, εφευρετικότητα στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- εφευρίσκω στα ισπανικά - inventar, forjar, idear, tramar, ingeniárselas, contrive
- εφευρετικός στα ισπανικά - inventivo, invención, la invención, inventiva, de la invención
- εφεύρεση στα ισπανικά - invención, ficción, invento, innovación, invención se, presente invención
- εφηβεία στα ισπανικά - pubertad, la pubertad, de la pubertad
Τυχαίες λέξεις
Εφευρετικότητα στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: industria, ingeniosidad, inventiva, la inventiva, ingenio, creatividad, actividad inventiva
Μεταφράσεις: industria, ingeniosidad, inventiva, la inventiva, ingenio, creatividad, actividad inventiva