Εφευρετικότητα στα κροατικά
Μετάφραση: εφευρετικότητα, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
inventivnost, inovativnost, domišljatost, invencije, dovitljiv
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφευρετικότητα
εφευρετικότητα translate, εφευρετικότητα ορισμος, εφευρετικότητα αγγλικα, καθοδηγούμενη εφευρετικότητα, εφευρετικότητα στα αγγλικα, εφευρετικότητα λεξικό γλώσσας κροατικά, εφευρετικότητα στα κροατικά
Μεταφράσεις
- εφευρίσκω στα κροατικά - otkriti, izumiti, izmisliti, pronaći, izmišljati, dovijati se, dovijati, ...
- εφευρετικός στα κροατικά - inventivan, inventivni, inventivna, inventivne, prema izumu
- εφεύρεση στα κροατικά - izum, pronalazak, otkriće, izum se, izuma, se izum, Ovaj izum
- εφηβεία στα κροατικά - mladost, adolescencija, pubertet, puberteta, pubertetu, pubertet u
Τυχαίες λέξεις
Εφευρετικότητα στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: inventivnost, inovativnost, domišljatost, invencije, dovitljiv
Μεταφράσεις: inventivnost, inovativnost, domišljatost, invencije, dovitljiv