Εφευρετικότητα στα σουηδικά

Μετάφραση: εφευρετικότητα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
uppfinnings, uppfinningsrikedom, uppfinningsförmåga, uppfinningshöjd, uppfinningsrikedomen
Εφευρετικότητα στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εφευρετικότητα

εφευρετικότητα translate, εφευρετικότητα ορισμος, εφευρετικότητα αγγλικα, καθοδηγούμενη εφευρετικότητα, εφευρετικότητα στα αγγλικα, εφευρετικότητα λεξικό γλώσσας σουηδικά, εφευρετικότητα στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • εφευρίσκω στα σουηδικά - uppfinna, contrive, contrive för, snärja, LYCKAS
  • εφευρετικός στα σουηδικά - uppfinnings, uppfinningsrik, uppfinningen, enligt uppfinningen, uppfinningsenliga
  • εφεύρεση στα σουηδικά - påhitt, uppfinning, uppfinningen, enligt uppfinningen
  • εφηβεία στα σουηδικά - pubertet, puberteten, pubertets, i puberteten, puberty
Τυχαίες λέξεις
Εφευρετικότητα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: uppfinnings, uppfinningsrikedom, uppfinningsförmåga, uppfinningshöjd, uppfinningsrikedomen