Εφευρετικότητα στα ρουμανικά

Μετάφραση: εφευρετικότητα, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
inventivitate, inventivitatea, inventivității, ingeniozitate, inventiv
Εφευρετικότητα στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εφευρετικότητα

εφευρετικότητα translate, εφευρετικότητα ορισμος, εφευρετικότητα αγγλικα, καθοδηγούμενη εφευρετικότητα, εφευρετικότητα στα αγγλικα, εφευρετικότητα λεξικό γλώσσας ρουμανικά, εφευρετικότητα στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • εφευρίσκω στα ρουμανικά - născoci, reuși, ticlui, inventa, combina
  • εφευρετικός στα ρουμανικά - inventiv, conform invenției, inventivă, inventive, inventivi
  • εφεύρεση στα ρουμανικά - invenţie, invenție, invenții, invenției, inventie, invenție se
  • εφηβεία στα ρουμανικά - pubertate, pubertatii, pubertății, la pubertate, pubertatea
Τυχαίες λέξεις
Εφευρετικότητα στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: inventivitate, inventivitatea, inventivității, ingeniozitate, inventiv