Καθαγιάζω στα αλβανικά

Μετάφραση: καθαγιάζω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shenjtëroj, shenjtëroi, shenjtërosh, shenjtëroni, shenjtëron
Καθαγιάζω στα αλβανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθαγιάζω

καθαγιάζω λεξικό γλώσσας αλβανικά, καθαγιάζω στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • καθήκον στα αλβανικά - detyrë, shërbim, detyrë e, Detyra, Detyra e, detyre
  • καθίζω στα αλβανικά - sedile, vend, ulem, ulen, të ulen, të ulet, rri
  • καθαιρώ στα αλβανικά - pastroj, purifikoj altarin
  • καθαρά στα αλβανικά - qartë, neto, net, neto i, neto të, neto e
Τυχαίες λέξεις
Καθαγιάζω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: shenjtëroj, shenjtëroi, shenjtërosh, shenjtëroni, shenjtëron