Καθαγιάζω στα φινλανδικά
Μετάφραση: καθαγιάζω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
pyhittää, hallow, pyhitti, pyhittämän, pyhittävät
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθαγιάζω
καθαγιάζω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, καθαγιάζω στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- καθήκον στα φινλανδικά - homma, päivystys, puhde, velvollisuus, duuni, tullimaksu, koetella, ...
- καθίζω στα φινλανδικά - sijoittaa, istuin, pesäke, ahjo, tuhto, paikka, pesäpaikka, ...
- καθαιρώ στα φινλανδικά - alentaa, nöyryyttää, havainnollistamaan, listamaan
- καθαρά στα φινλανδικά - kirkas, selkeä, helakka, selvästi, selvä, havainnollinen, valoisa, ...
Τυχαίες λέξεις
Καθαγιάζω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: pyhittää, hallow, pyhitti, pyhittämän, pyhittävät
Μεταφράσεις: pyhittää, hallow, pyhitti, pyhittämän, pyhittävät