Καθαγιάζω στα ισλανδικά

Μετάφραση: καθαγιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
helga, hallow
Καθαγιάζω στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθαγιάζω

καθαγιάζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, καθαγιάζω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • καθήκον στα ισλανδικά - hlutverk, iðja, skylda, verkefni, verk, verkefnið, viðfangsefni
  • καθίζω στα ισλανδικά - sæti, sitja, setjast, situr, að sitja, sest
  • καθαιρώ στα ισλανδικά - lustrate
  • καθαρά στα ισλανδικά - glöggt, gjörla, nettó, Net, hrein, hreinar, frádregnum
Τυχαίες λέξεις
Καθαγιάζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: helga, hallow