Καθαγιάζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: καθαγιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
megszentel, hallow, szentelé, szentelnek, szenteljétek
![Καθαγιάζω στα ουγγρικά Καθαγιάζω στα ουγγρικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-gr-hu-4122.png)
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθαγιάζω
καθαγιάζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, καθαγιάζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- καθήκον στα ουγγρικά - munka, vállalkozás, adó, illeték, feladat, feladata, feladatot, ...
- καθίζω στα ουγγρικά - mandátum, székhely, ül, ülni, üljön, ülnek, ülj
- καθαιρώ στα ουγγρικά - lustrate
- καθαρά στα ουγγρικά - nettó, a nettó, net, háló, tiszta
Τυχαίες λέξεις
Καθαγιάζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: megszentel, hallow, szentelé, szentelnek, szenteljétek
Μεταφράσεις: megszentel, hallow, szentelé, szentelnek, szenteljétek