Καθαγιάζω στα ιταλικά
Μετάφραση: καθαγιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
santificare, consacrare, Hallow, hallow il, hallow la
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθαγιάζω
καθαγιάζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, καθαγιάζω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- καθήκον στα ιταλικά - obbligo, quesito, incombenza, dogana, dazio, dovere, incarico, ...
- καθίζω στα ιταλικά - posto, seggio, sedere, poltrona, sedile, sedersi, seduti, ...
- καθαιρώ στα ιταλικά - degradare, lustrate, lustrate la
- καθαρά στα ιταλικά - sereno, chiaro, netto, rete, al netto, netta, net
Τυχαίες λέξεις
Καθαγιάζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: santificare, consacrare, Hallow, hallow il, hallow la
Μεταφράσεις: santificare, consacrare, Hallow, hallow il, hallow la