Καθαγιάζω στα σλοβακικά
Μετάφραση: καθαγιάζω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
posvätiť, posväcovať, požehnať, sa posvätiť, stali svätými
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθαγιάζω
καθαγιάζω λεξικό γλώσσας σλοβακικά, καθαγιάζω στα σλοβακικά
Μεταφράσεις
- καθήκον στα σλοβακικά - úkol, služba, clo, úloha, poplatok, úlohu, úlohou, ...
- καθίζω στα σλοβακικά - mesto, sedadlo, sídlo, kreslo, sedieť
- καθαιρώ στα σλοβακικά - lustrate
- καθαρά στα σλοβακικά - samozrejme, netto, čistého, čistý, čisté, čistom vyjadrení
Τυχαίες λέξεις
Καθαγιάζω στα σλοβακικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Μεταφράσεις: posvätiť, posväcovať, požehnať, sa posvätiť, stali svätými
Μεταφράσεις: posvätiť, posväcovať, požehnať, sa posvätiť, stali svätými