Καθαγιάζω στα δανικά
Μετάφραση: καθαγιάζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
hallow, hule, hellige, ringbrød, regalie
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθαγιάζω
καθαγιάζω λεξικό γλώσσας δανικά, καθαγιάζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- καθήκον στα δανικά - pligt, arbejde, opgave, opgaven, opgaver, opgave at
- καθίζω στα δανικά - plads, sidde, sidder, at sidde, sætte, læne
- καθαιρώ στα δανικά - møder, viser
- καθαρά στα δανικά - netto, nettet, net, mål, nettoprisen
Τυχαίες λέξεις
Καθαγιάζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: hallow, hule, hellige, ringbrød, regalie
Μεταφράσεις: hallow, hule, hellige, ringbrød, regalie