Λεηλασία στα αλβανικά
Μετάφραση: λεηλασία, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
grabitje, Shkarkimi, shkarkimin, Shkarkimi i, largimi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λεηλασία
λεηλασία φρονημάτων, λεηλασία συνώνυμο, λεηλασία του χρόνου, λεηλασία μιας ζωής, λεηλασία στα αγγλικά, λεηλασία λεξικό γλώσσας αλβανικά, λεηλασία στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- λεγεώνα στα αλβανικά - legjion, Legjioni, ushtri, Legion, mizëri
- λεζάντα στα αλβανικά - titull, diçiturë, Legjenda, Caption, titullin
- λεηλατώ στα αλβανικά - bastisje, përpjekjet e, përpjekja, bastis, e bastisje
- λειαίνω στα αλβανικά - planish
Τυχαίες λέξεις
Λεηλασία στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: grabitje, Shkarkimi, shkarkimin, Shkarkimi i, largimi
Μεταφράσεις: grabitje, Shkarkimi, shkarkimin, Shkarkimi i, largimi