Λεηλασία στα νορβηγικά
Μετάφραση: λεηλασία, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
strie, plyndringen, sacking, oppsigelsen, sekkestrie
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λεηλασία
λεηλασία φρονημάτων, λεηλασία συνώνυμο, λεηλασία του χρόνου, λεηλασία μιας ζωής, λεηλασία στα αγγλικά, λεηλασία λεξικό γλώσσας νορβηγικά, λεηλασία στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- λεγεώνα στα νορβηγικά - Legion, hærskare, legionen, legio
- λεζάντα στα νορβηγικά - bildetekst, bildeteksten, caption, teksten, til bildetekst
- λεηλατώ στα νορβηγικά - plyndre, bytte, ransake, rov, streiftog, foray, framstøt, ...
- λειαίνω στα νορβηγικά - planish
Τυχαίες λέξεις
Λεηλασία στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: strie, plyndringen, sacking, oppsigelsen, sekkestrie
Μεταφράσεις: strie, plyndringen, sacking, oppsigelsen, sekkestrie