Λεηλασία στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: λεηλασία, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
опустошувањето, разрешување, смена, товарот, смена на
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λεηλασία
λεηλασία φρονημάτων, λεηλασία συνώνυμο, λεηλασία του χρόνου, λεηλασία μιας ζωής, λεηλασία στα αγγλικά, λεηλασία λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, λεηλασία στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- λεγεώνα στα σλαβομακεδονικά - Легија, Легијата, Легија на, Легион, Legion
- λεζάντα στα σλαβομακεδονικά - насловот, шољи, наслов, легендите, легенда
- λεηλατώ στα σλαβομακεδονικά - набег, упад, обид, набег на, обид на
- λειαίνω στα σλαβομακεδονικά - planish
Τυχαίες λέξεις
Λεηλασία στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: опустошувањето, разрешување, смена, товарот, смена на
Μεταφράσεις: опустошувањето, разрешување, смена, товарот, смена на