Λεηλασία στα ισπανικά
Μετάφραση: λεηλασία, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
despido, arpillera, saqueo, destitución, sacking
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λεηλασία
λεηλασία φρονημάτων, λεηλασία συνώνυμο, λεηλασία του χρόνου, λεηλασία μιας ζωής, λεηλασία στα αγγλικά, λεηλασία λεξικό γλώσσας ισπανικά, λεηλασία στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- λεγεώνα στα ισπανικά - legión, Legion, la Legión, de la Legión, Legión de
- λεζάντα στα ισπανικά - subtítulo, leyenda, título, epígrafe, rubro
- λεηλατώ στα ισπανικά - pillaje, despojo, desvalijar, saquear, pillar, incursión, saqueo, ...
- λειαίνω στα ισπανικά - frotar, raspar, aplanar, planish, aplane
Τυχαίες λέξεις
Λεηλασία στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: despido, arpillera, saqueo, destitución, sacking
Μεταφράσεις: despido, arpillera, saqueo, destitución, sacking