Λεηλασία στα φινλανδικά
Μετάφραση: λεηλασία, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
potkut, sacking, erottaminen, säkityslaitos, irtisanomiset
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λεηλασία
λεηλασία φρονημάτων, λεηλασία συνώνυμο, λεηλασία του χρόνου, λεηλασία μιας ζωής, λεηλασία στα αγγλικά, λεηλασία λεξικό γλώσσας φινλανδικά, λεηλασία στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- λεγεώνα στα φινλανδικά - monta, usea, legioona, leegio, Legion, legioonan, legionan
- λεζάντα στα φινλανδικά - kuvateksti, Caption, kuvatekstin, otsikko
- λεηλατώ στα φινλανδικά - rosvota, koluta, saalis, ryöstää, kokeilu, ryöstöretki, foray, ...
- λειαίνω στα φινλανδικά - planish
Τυχαίες λέξεις
Λεηλασία στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: potkut, sacking, erottaminen, säkityslaitos, irtisanomiset
Μεταφράσεις: potkut, sacking, erottaminen, säkityslaitos, irtisanomiset