Συντροφιά στα αλβανικά

Μετάφραση: συντροφιά, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kompani, shoqëri, Shoqërimi, shoqëria e
Συντροφιά στα αλβανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συντροφιά

συντροφιά των εννέα, συντροφιά μου θέλω τους φτωχούς τους ταπεινούς κείνους που δεν ξέρουν παρά μόνο να μοχτούν, συντροφιά θησείου, συντροφιά με το χριστό, συντροφιά με τον αλμπέρ καμύ, συντροφιά λεξικό γλώσσας αλβανικά, συντροφιά στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • συντρίβω στα αλβανικά - lëpij, asgjësim, llokoçitje, pllaquritje
  • συντριπτικός στα αλβανικά - dërrmues, shkatërrimtar, dërrmuese, dërrmuese të, shtypjen
  • συνυπάρχω στα αλβανικά - bashkëjetoj, bashkëjetojnë, të bashkëjetojnë, bashkëekzistojnë, të bashkëjetoj
  • συνωμοσία στα αλβανικά - komplot, konspiracion, komploti, komloti, konspiracioni
Τυχαίες λέξεις
Συντροφιά στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: kompani, shoqëri, Shoqërimi, shoqëria e