Συντροφιά στα ουκρανικά

Μετάφραση: συντροφιά, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
дружба, товариство, спілкування, Общение, Співтовариство
Συντροφιά στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συντροφιά

συντροφιά των εννέα, συντροφιά μου θέλω τους φτωχούς τους ταπεινούς κείνους που δεν ξέρουν παρά μόνο να μοχτούν, συντροφιά θησείου, συντροφιά με το χριστό, συντροφιά με τον αλμπέρ καμύ, συντροφιά λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συντροφιά στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • συντρίβω στα ουκρανικά - швиргати, залийте, законно, навально, опановувати, губити, розбити, ...
  • συντριπτικός στα ουκρανικά - нищівний, дроблення, роздрібнення, подрібнення, розподіл, поділ
  • συνυπάρχω στα ουκρανικά - співіснуйте, співіснувати, співіснуватимуть
  • συνωμοσία στα ουκρανικά - таємна, змову, змова, конспірація, потайна, шубовстання
Τυχαίες λέξεις
Συντροφιά στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: дружба, товариство, спілкування, Общение, Співтовариство