Συντροφιά στα λευκορωσικά

Μετάφραση: συντροφιά, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
зносіны, Каханне Зносіны, стасункі, Каханне, размову
Συντροφιά στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συντροφιά

συντροφιά των εννέα, συντροφιά μου θέλω τους φτωχούς τους ταπεινούς κείνους που δεν ξέρουν παρά μόνο να μοχτούν, συντροφιά θησείου, συντροφιά με το χριστό, συντροφιά με τον αλμπέρ καμύ, συντροφιά λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, συντροφιά στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • συντρίβω στα λευκορωσικά - шумапрыглушэнне
  • συντριπτικός στα λευκορωσικά - драбненне, драбленне, драбнення, дзяленне
  • συνυπάρχω στα λευκορωσικά - суіснаваць
  • συνωμοσία στα λευκορωσικά - змова, змову, замову, замова
Τυχαίες λέξεις
Συντροφιά στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: зносіны, Каханне Зносіны, стасункі, Каханне, размову