Συντροφιά στα ρουμανικά

Μετάφραση: συντροφιά, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
companie, de companie, tovărășia, tovărășie, companionship
Συντροφιά στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συντροφιά

συντροφιά των εννέα, συντροφιά μου θέλω τους φτωχούς τους ταπεινούς κείνους που δεν ξέρουν παρά μόνο να μοχτούν, συντροφιά θησείου, συντροφιά με το χριστό, συντροφιά με τον αλμπέρ καμύ, συντροφιά λεξικό γλώσσας ρουμανικά, συντροφιά στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • συντρίβω στα ρουμανικά - cratimă, lovitură, reduce la tăcere, squelch, lipăi, zdrobi, reduce la tacere
  • συντριπτικός στα ρουμανικά - zdrobitor, strivire, zdrobire, concasare, de strivire
  • συνυπάρχω στα ρουμανικά - coexista, coexistă, coexiste, să coexiste, coexistența
  • συνωμοσία στα ρουμανικά - conspiraţie, conspirație, conspiratie, conspirației, conspirații, a conspirației
Τυχαίες λέξεις
Συντροφιά στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: companie, de companie, tovărășia, tovărășie, companionship