Γόνατο στα βουλγαρικά

Μετάφραση: γόνατο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
коляно, колено, коляното, на коляното, коляното на, коленете
Γόνατο στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γόνατο

γόνατο μηνίσκος, γόνατο του άλτη, γόνατο της νοικοκυράς, γόνατο του δρομέα, γόνατο ανατομία, γόνατο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, γόνατο στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • γόμφος στα βουλγαρικά - хубавка, клин, колче, щифт, закачалка, тапа
  • γόνατα στα βουλγαρικά - скут, скута, обиколка, обиколка в, скута на
  • γόνδολα στα βουλγαρικά - гондола, лифт, лифта, кабинковия, Gondola
  • γόνιμος στα βουλγαρικά - плодороден, плодородна, плодородната, плодородни, плодородните
Τυχαίες λέξεις
Γόνατο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: коляно, колено, коляното, на коляното, коляното на, коленете