Γόνατο στα λευκορωσικά

Μετάφραση: γόνατο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
калена, племя, калене, калені
Γόνατο στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γόνατο

γόνατο μηνίσκος, γόνατο του άλτη, γόνατο της νοικοκυράς, γόνατο του δρομέα, γόνατο ανατομία, γόνατο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, γόνατο στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • γόμφος στα λευκορωσικά - шпiлька, калок, калочак
  • γόνατα στα λευκορωσικά - круг, кола
  • γόνδολα στα λευκορωσικά - гандола, гандолах
  • γόνιμος στα λευκορωσικά - ўрадлівы, урадлівы, дзетародны, пладародны
Τυχαίες λέξεις
Γόνατο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: калена, племя, калене, калені