Γόνατο στα τούρκικα
Μετάφραση: γόνατο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
diz, dizinden, dizine
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γόνατο
γόνατο μηνίσκος, γόνατο του άλτη, γόνατο της νοικοκυράς, γόνατο του δρομέα, γόνατο ανατομία, γόνατο λεξικό γλώσσας τούρκικα, γόνατο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- γόμφος στα τούρκικα - iğne, eklem, topluiğne, takoz, kama, dübel, peg, ...
- γόνατα στα τούρκικα - tur, kucak, lap, vatka, bindirme
- γόνδολα στα τούρκικα - gondol, Gondola, teleferik, demiryolu yarı
- γόνιμος στα τούρκικα - verimli, bereketli, fertil, verimli bir, doğurgan
Τυχαίες λέξεις
Γόνατο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: diz, dizinden, dizine
Μεταφράσεις: diz, dizinden, dizine