Γόνατο στα πορτογαλικά

Μετάφραση: γόνατο, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
joelho, amassar, do joelho, joelhos, no joelho, de joelho
Γόνατο στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γόνατο

γόνατο μηνίσκος, γόνατο του άλτη, γόνατο της νοικοκυράς, γόνατο του δρομέα, γόνατο ανατομία, γόνατο λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, γόνατο στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • γόμφος στα πορτογαλικά - pilotar, ligar, piloto, junção, articulação, pino, comum, ...
  • γόνατα στα πορτογαλικά - lanterna, regaço, colo, volta, lap, voltas
  • γόνδολα στα πορτογαλικά - gôndola, Gondola, da gôndola, teleférico, gôndola de
  • γόνιμος στα πορτογαλικά - fértil, fecundo, balsa, férteis, fecunda, fertilidade
Τυχαίες λέξεις
Γόνατο στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: joelho, amassar, do joelho, joelhos, no joelho, de joelho