Εγκληματολογία στα βουλγαρικά
Μετάφραση: εγκληματολογία, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
криминология, криминологията, криминалистиката, криминалистика, по криминология
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκληματολογία
εγκληματολογία μεταπτυχιακό, εγκληματολογία παντείου, εγκληματολογία σπουδές, εγκληματολογία σύγχρονεσ και παλαιότερεσ κατευθύνσεισ, εγκληματολογία και dna, εγκληματολογία λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εγκληματολογία στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εγκληματικός στα βουλγαρικά - престъпник, престъпен, криминален, наказателното, наказателно
- εγκληματικότητα στα βουλγαρικά - престъпност, престъпността, наказуемост, на престъпността, с престъпността
- εγκλιματίζομαι στα βουλγαρικά - усвоявам, натурализирам, натурализирате, натурализира, въвеждам
- εγκοπή στα βουλγαρικά - прорез, щръбка, ниво, степен, първокласен
Τυχαίες λέξεις
Εγκληματολογία στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: криминология, криминологията, криминалистиката, криминалистика, по криминология
Μεταφράσεις: криминология, криминологията, криминалистиката, криминалистика, по криминология