Εγκληματολογία στα τσεχικά
Μετάφραση: εγκληματολογία, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kriminologie, kriminalistika, kriminologii, kriminalistiku
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκληματολογία
εγκληματολογία μεταπτυχιακό, εγκληματολογία παντείου, εγκληματολογία σπουδές, εγκληματολογία σύγχρονεσ και παλαιότερεσ κατευθύνσεισ, εγκληματολογία και dna, εγκληματολογία λεξικό γλώσσας τσεχικά, εγκληματολογία στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- εγκληματικός στα τσεχικά - zločinný, trestní, kriminální, zločinec, trestuhodný, trestný, trestního
- εγκληματικότητα στα τσεχικά - zločinnost, kriminalita, kriminality, trestnost, trestnosti, trestná činnost
- εγκλιματίζομαι στα τσεχικά - aklimatizovat, zdomácnět, naturalizovat, naturalizaci, naturalize, udělit občanství
- εγκοπή στα τσεχικά - zmrskat, rozřezat, posekat, seknout, řez, mrskat, zub, ...
Τυχαίες λέξεις
Εγκληματολογία στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: kriminologie, kriminalistika, kriminologii, kriminalistiku
Μεταφράσεις: kriminologie, kriminalistika, kriminologii, kriminalistiku