Εγκληματολογία στα γαλλικά

Μετάφραση: εγκληματολογία, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
criminologie, la criminologie, Criminology, en criminologie, criminologie de
Εγκληματολογία στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγκληματολογία

εγκληματολογία μεταπτυχιακό, εγκληματολογία παντείου, εγκληματολογία σπουδές, εγκληματολογία σύγχρονεσ και παλαιότερεσ κατευθύνσεισ, εγκληματολογία και dna, εγκληματολογία λεξικό γλώσσας γαλλικά, εγκληματολογία στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • εγκληματικός στα γαλλικά - hors-la-loi, coupable, scélérat, malfaiteur, condamnable, pénal, punissable, ...
  • εγκληματικότητα στα γαλλικά - criminalité, la criminalité, incrimination, de criminalité, délinquance
  • εγκλιματίζομαι στα γαλλικά - accoutumer, acclimatez, acclimater, acclimatons, acclimatent, naturaliser, naturalisation, ...
  • εγκοπή στα γαλλικά - écharper, taillade, blessure, entailler, fouetter, fustiger, coupe, ...
Τυχαίες λέξεις
Εγκληματολογία στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: criminologie, la criminologie, Criminology, en criminologie, criminologie de