Εγκληματολογία στα ρωσικά
Μετάφραση: εγκληματολογία, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
криминология, криминологии, криминалистики, криминалистика, криминологию
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκληματολογία
εγκληματολογία μεταπτυχιακό, εγκληματολογία παντείου, εγκληματολογία σπουδές, εγκληματολογία σύγχρονεσ και παλαιότερεσ κατευθύνσεισ, εγκληματολογία και dna, εγκληματολογία λεξικό γλώσσας ρωσικά, εγκληματολογία στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- εγκληματικός στα ρωσικά - преступник, злоумышленник, криминальный, уголовник, вор, блатной, преступный, ...
- εγκληματικότητα στα ρωσικά - преступность, криминальность, виновность, преступности, преступностью, деяния преступлением, преступлением
- εγκλιματίζομαι στα ρωσικά - акклиматизировать, натурализоваться, натурализовать, натурализацию, натурализации, натурализуем
- εγκοπή στα ρωσικά - снижать, засекать, засечка, метка, стащить, уменьшать, зарубка, ...
Τυχαίες λέξεις
Εγκληματολογία στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: криминология, криминологии, криминалистики, криминалистика, криминологию
Μεταφράσεις: криминология, криминологии, криминалистики, криминалистика, криминологию