Εγκληματολογία στα ρουμανικά
Μετάφραση: εγκληματολογία, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
criminologie, criminologia, criminologiei, criminalistica, criminalistică
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκληματολογία
εγκληματολογία μεταπτυχιακό, εγκληματολογία παντείου, εγκληματολογία σπουδές, εγκληματολογία σύγχρονεσ και παλαιότερεσ κατευθύνσεισ, εγκληματολογία και dna, εγκληματολογία λεξικό γλώσσας ρουμανικά, εγκληματολογία στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- εγκληματικός στα ρουμανικά - scelerat, criminal, penal, penală, penale, penala
- εγκληματικότητα στα ρουμανικά - criminalitate, criminalității, criminalitatea, incriminări, criminalitatii
- εγκλιματίζομαι στα ρουμανικά - naturaliza, naturalizarea, se naturaliza, a se naturaliza, studia natura
- εγκοπή στα ρουμανικά - biciui, crestătură, notch, canelură, gradație, treaptă
Τυχαίες λέξεις
Εγκληματολογία στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: criminologie, criminologia, criminologiei, criminalistica, criminalistică
Μεταφράσεις: criminologie, criminologia, criminologiei, criminalistica, criminalistică