Εμβόλιο στα βουλγαρικά

Μετάφραση: εμβόλιο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ваксина, ваксината, ваксини, ваксина срещу
Εμβόλιο στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμβόλιο

εμβόλιο ανεμοβλογιάς τιμη, εμβόλιο τετάνου, εμβόλιο φυματίωσης, εμβόλιο ιλαράς ερυθράς παρωτίτιδας, εμβόλιο γρίπης, εμβόλιο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εμβόλιο στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • εμβροντησία στα βουλγαρικά - изумление, ступор, вцепенение, унес, безчувствие, вцепенението
  • εμβρόντητος στα βουλγαρικά - изумен, смаян, слисан, смая, слисан в
  • εμείς στα βουλγαρικά - ние, сме, можем, имаме, ни
  • εμμένω στα βουλγαρικά - трепета, пръчка, стик, тояга, клечка, незалепващо
Τυχαίες λέξεις
Εμβόλιο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: ваксина, ваксината, ваксини, ваксина срещу