Εμβόλιο στα τούρκικα
Μετάφραση: εμβόλιο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
aşı, aşısı, aşının, bir aşı, aşısının
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμβόλιο
εμβόλιο ανεμοβλογιάς τιμη, εμβόλιο τετάνου, εμβόλιο φυματίωσης, εμβόλιο ιλαράς ερυθράς παρωτίτιδας, εμβόλιο γρίπης, εμβόλιο λεξικό γλώσσας τούρκικα, εμβόλιο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εμβροντησία στα τούρκικα - sersemlik, stupor, uyuşukluk, sersemlik görülebilir, sersemleme
- εμβρόντητος στα τούρκικα - hayrete, hayrete düşürdü, şaşırdı, şaşkına, sersem
- εμείς στα τούρκικα - biz, Sizlere, Bu, bizim
- εμμένω στα τούρκικα - sebat, sopa, çubuk, stick, çubuğu, Flash Bellek
Τυχαίες λέξεις
Εμβόλιο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: aşı, aşısı, aşının, bir aşı, aşısının
Μεταφράσεις: aşı, aşısı, aşının, bir aşı, aşısının