Εμβόλιο στα τσεχικά
Μετάφραση: εμβόλιο, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vakcína, očkování, vakcinace, vakcíny, vakcínu, vakcína proti, očkovací látka
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμβόλιο
εμβόλιο ανεμοβλογιάς τιμη, εμβόλιο τετάνου, εμβόλιο φυματίωσης, εμβόλιο ιλαράς ερυθράς παρωτίτιδας, εμβόλιο γρίπης, εμβόλιο λεξικό γλώσσας τσεχικά, εμβόλιο στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- εμβροντησία στα τσεχικά - strnutí, ohromení, údiv, úžas, strnulost, ztuhnutí, stupor, ...
- εμβρόντητος στα τσεχικά - mlčenlivý, němý, oněmělý, ohromený, ohromil, omráčena, ohromila, ...
- εμείς στα τσεχικά - my, jsme, máme, bychom, budeme
- εμμένω στα τσεχικά - zůstávat, dodržovat, snášet, strpět, lnout, držet, přiléhat, ...
Τυχαίες λέξεις
Εμβόλιο στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vakcína, očkování, vakcinace, vakcíny, vakcínu, vakcína proti, očkovací látka
Μεταφράσεις: vakcína, očkování, vakcinace, vakcíny, vakcínu, vakcína proti, očkovací látka