Εμβόλιο στα εσθονικά
Μετάφραση: εμβόλιο, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vaktsiin, vaktsineerimine, vaktsiini, vaktsiiniga, vaktsiinide, vaktsiinis
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμβόλιο
εμβόλιο ανεμοβλογιάς τιμη, εμβόλιο τετάνου, εμβόλιο φυματίωσης, εμβόλιο ιλαράς ερυθράς παρωτίτιδας, εμβόλιο γρίπης, εμβόλιο λεξικό γλώσσας εσθονικά, εμβόλιο στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- εμβροντησία στα εσθονικά - poolteadvusetus, kangestus, hämming, stuupor, uimasus, stuuporit, tardumus
- εμβρόντητος στα εσθονικά - sõnatu, uimastatud, uimastada, uimastatakse, tuimastatud, hämmastunud
- εμείς στα εσθονικά - veeklosett, tualett, veekäimla, me, meil, oleme, meie, ...
- εμμένω στα εσθονικά - koidikulaul, kinnituma, püsima, taluma, kepp, stick, kinni, ...
Τυχαίες λέξεις
Εμβόλιο στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: vaktsiin, vaktsineerimine, vaktsiini, vaktsiiniga, vaktsiinide, vaktsiinis
Μεταφράσεις: vaktsiin, vaktsineerimine, vaktsiini, vaktsiiniga, vaktsiinide, vaktsiinis