Θεμελιώδης στα βουλγαρικά
Μετάφραση: θεμελιώδης, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
основен, фундаментална, фундаментално, фундаментални, фундаментален
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θεμελιώδης
θεμελιώδης ανάλυση, θεμελιώδης πανεπιστημιακή φυσική alonso finn, θεμελιώδης νόμος της δυναμικής, θεμελιώδης συχνότητα, θεμελιώδης συνώνυμα, θεμελιώδης λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, θεμελιώδης στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- θεμέλιο στα βουλγαρικά - фундамент, основание, фондация, основа, Foundation, основаването
- θεματοφύλακας στα βουλγαρικά - хранилище, депозитар, депозитарна, Депозитарят
- θεμιτός στα βουλγαρικά - легитимен, законен, легитимна, законна, легитимно
- θεολογία στα βουλγαρικά - теология, богословие, теологията, вероучение, богословието
Τυχαίες λέξεις
Θεμελιώδης στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: основен, фундаментална, фундаментално, фундаментални, фундаментален
Μεταφράσεις: основен, фундаментална, фундаментално, фундаментални, фундаментален