Θεμελιώδης στα ουκρανικά
Μετάφραση: θεμελιώδης, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
основний, принципи, докорінний, фундаментальний, основної, основною, основній, основним
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θεμελιώδης
θεμελιώδης ανάλυση, θεμελιώδης πανεπιστημιακή φυσική alonso finn, θεμελιώδης νόμος της δυναμικής, θεμελιώδης συχνότητα, θεμελιώδης συνώνυμα, θεμελιώδης λεξικό γλώσσας ουκρανικά, θεμελιώδης στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- θεμέλιο στα ουκρανικά - фонове, засада, фоновий, основа, засновування, фундамент, фон, ...
- θεματοφύλακας στα ουκρανικά - опікун, депозитарій, депозитарію
- θεμιτός στα ουκρανικά - лишаї, законний, законне, правової, правовий, законного
- θεολογία στα ουκρανικά - теологія, богослов'я, теології
Τυχαίες λέξεις
Θεμελιώδης στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: основний, принципи, докорінний, фундаментальний, основної, основною, основній, основним
Μεταφράσεις: основний, принципи, докорінний, фундаментальний, основної, основною, основній, основним